Η Αγία Αικατερίνη η Πάνσοφος.
Η Αγία Αικατερίνη καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Αλεξάνδρειας, «θυγάτηρ βασιλίσκου τινός ονομαζομένου Kώνστου», και μαρτύρησε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. (304 μ.Χ.) Ήταν ευφυέστατη και φιλομαθής. Ήδη σε ηλικία δέκα οκτώ χρονών κατείχε τις γνώσεις της ελληνικής, ρωμαικής και λατινικής φιλολογίας και φιλοσοφίας, δηλαδή γνώριζε τα έργα του Oμήρου, του λατίνου ποιητή Bιργίλιου, του Aσκληπιού, του Iπποκράτη και Γαληνού των ιατρών, του Aριστοτέλη και του Πλάτωνα, του Φιλιστίωνα και του Eυσέβιου των φιλοσόφων, του Iαννή και Iαμβρή των μεγάλων μάγων, του Διονυσίου και της Σιβύλλης και άλλων. Ήταν όμως και άρτια καταρτισμένη στα δόγματα της χριστιανικής πίστης. Όταν επί Μαξεντίου (υιός του Mαξιμιανού) διεξαγόταν διωγμός εναντίον των χριστιανών, η Αικατερίνη δε φοβήθηκε, αλλά με παρρησία διέδιδε πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος Αληθινός Θεός. Για το λόγο αυτό συνελήφθη από τον έπαρχο της περιοχής, ο οποίος προσπάθησε με συζητήσεις να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της. Όταν ο έπαρχος διαπίστωσε την ανωτερότητά των λόγων της Αικατερίνης, συγκάλεσε δημόσια συζήτηση με τους πιο άξιους ρήτορες της Αλεξάνδρειας, τους οποίους όμως η Αικατερίνη αποστόμωσε. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά κάποιοι από τους συνομιλητές της Αικατερίνης πείσθηκαν για τους λόγους της και ασπάστηκαν την Χριστιανική Πίστη. Μπροστά σε αυτή την κατάληξη, ο έπαρχος διέταξε να τη βασανίσουν σκληρά με την ελπίδα πώς η αγία θα λύγιζε και θα αρνιόταν τον Χριστό. Όμως η Αικατερίνη έμεινε ακλόνητη στην πίστη της. Τελικά αποκεφαλίσθηκε, ύστερα από διαταγή του έπαρχου...
Ο Όσιος Ιάκωβος ο Τσαλίκης.
Ο Άγιος Ιάκωβος γεννήθηκε την 5η Νοεμβρίου του 1920 μ.Χ. στα ευλογημένα και ματωμένα χώματα της αγιοτόκου Μικράς Ασίας και συγκεκριμένα στο Λιβίσι της Μάκρης, μία μικρή πόλη απ’ τις παραθαλάσσιες της Ιωνικής Γής, στο ύψος περίπου του Καστελλόριζου, από γονείς ενάρετους και ευσεβείς, τον Σταύρο Τσαλίκη και την Θεοδώρα, κόρη του Γεωργίου και της Δέσποινας Κρεμμυδά. Οι γονείς του Αγίου γέννησαν εννέα παιδιά, αλλά στη ζωή αυτή επέτρεψε ο Θεός να μείνουν μόνον τρία. Η οικογένεια του Αγίου ήταν από τις πιο εύπορες οικογένειες της περιοχής, ο μεγάλος της όμως πλούτος ήταν η ευσέβειά της και η αγνή χριστιανική πίστη που είχε πολύ βαθιές ρίζες. Το γενεαλογικό δέντρο της είχε να καυχηθεί με την εν Χριστώ καύχηση επτά γενεές Ιερομονάχων, έναν αρχιερέα και έναν άγιο. Τα θλιβερά γεγονότα όμως της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι θηριωδίες και τα εγκλήματα των αγριανθρώπων Νεοτούρκων και των Κεμαλικών σε βάρος των χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου, που είχαν ήδη αρχίσει από το 1915 και 1917 μ.Χ. μέχρι το 1920 μ.Χ., έπληξαν και την οικογένεια του Αγίου Ιακώβου. Ο παππούς και νονός του, ο Γιώργης Κρεμμυδάς, άνθρωπος πραγματικά του Θεού, ο θείος του, ο γιατρός Χατζηδουλής, καθώς και άλλοι οικείοι του συνελήφθησαν απ’ τους Τούρκους και στη διάρκεια της εξοντωτικής πορείας για τα τάγματα εργασίας στα βάθη της Τουρκίας ξεψύχησαν κοντά στη Νίγδη απ’ τα βασανιστήρια των άγριων και αιμοβόρων Τούρκων ζαπτιέδων – χωροφυλάκων – και στρατιωτών. Ο πατέρας του, Σταύρος Τσαλίκης, πιάστηκε αιχμάλωτος κι αυτός μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες του Λιβισιού στις αρχές του 1922 μ.Χ. Μετά από φοβερές κακουχίες, ατέλειωτες οδυνηρές οδοιπορίες και αναγκαστικές εργασίες σε ορυχεία, νταμάρια και αλλού, τον πήγαν στα μέρη της Τραπεζούντας και τον έβαλαν να χτίζει νοσοκομείο…
Τα Εισόδεια της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η Αγία και ευσεβής Άννα σύζυγος του Αγίου Ιωακείμ, πέρασε τη ζωή της χωρίς να μπορέσει να τεκνοποιήσει, καθώς ήταν στείρα. Μαζί με τον Άγιο Ιωακείμ προσευχόταν θερμά στον Θεό με νηστεία να την αξιώσει να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι θα αφιέρωνε το τέκνο της σε Αυτόν. Πράγματι, ο Πανάγαθος Θεός όχι μόνο της χάρισε ένα παιδί, αλλά την αξίωσε να φέρει στον κόσμο τη γυναίκα που θα γεννούσε το Μεσσία, το Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. Όταν η Παναγία έγινε τριών χρόνων, σύμφωνα με την παράδοση, η Αγία Άννα και ο Άγιος Ιωακείμ, κρατώντας την υπόσχεσή τους, την οδήγησαν στο Ναό και την παρέδωσαν στον αρχιερέα τον Άγιο Ζαχαρία. Ο αρχιερέας ο Άγιος Ζαχαρίας παρέλαβε την Παρθένο Μαρία και την οδήγησε στα Άγια των Αγίων, όπου δεν έμπαινε κανείς άλλος εκτός από τον ίδιο, αλλά επειδή γνώριζε έπειτα από θεία αποκάλυψη του Θεού το μελλοντικό ρόλο της Αγίας κόρης της υπεραγίας Θεοτόκου στην ενανθρώπιση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού γιαυτό και ενήργησε με αυτόν τρόπο. Στα ενδότερα του Ναού η Παρθένος Μαρία έμεινε δώδεκα χρόνια αφιερωμένη με προσευχή και νηστεία. Όλο αυτό το διάστημα ο αρχάγγελος Γαβριήλ προμήθευε την Παναγία με τροφή ουράνια έτσι ώστε να μπορεί να προσεύχεται αδιαλείπτως. Εξήλθε από τα Άγια των Αγίων, όταν πλέον ήταν έτοιμη και όταν έφθασε η ώρα του Θείου Ευαγγελισμού...
Ο Άγιος Ματθαίος ο Απόστολος και Ευαγγελιστής.
Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος, πριν γίνει μαθητής του Κυρίου Ιησού Χριστού, ονομαζόταν Λευίς. Ο πατέρας του λεγόταν Αλφαίος και ήταν από τη Γαλιλαία. Ο Ματθαίος έκανε το επάγγελμα του τελώνη, και ο Ιησούς τον βρήκε να κάθεται στο τελωνείο έξω από την Καπερναούμ. Και είπε προς αυτόν: «Ἀκολούθει μοι». Ο Ματθαίος, χωρίς καμιά καθυστέρηση, αμέσως τον ακολούθησε. Και όχι μόνο εγκατέλειψε το αμαρτωλό - για την εποχή εκείνη - επάγγελμα του τελώνη, αλλά και με χαρά φιλοξένησε τον Κύριο στο σπίτι του. Εκεί, μάλιστα, ήλθαν και πολλοί τελώνες και άλλοι αμαρτωλοί άνθρωποι, με τους οποίους ο Ιησούς συνέφαγε και συζήτησε. Οι φαρισαίοι, όμως, που είχαν πωρωμένη συνείδηση, όταν είδαν αυτή την ενέργεια του Κυρίου, αμέσως τον κατηγόρησαν ότι συντρώγει με τελώνες και αμαρτωλούς. Ο Ιησούς το άκουσε και είπε εκείνα τα θαυμάσια λόγια: «Οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν» (Ματθαίου, θ' 13). Δηλαδή, λέει ο Κύριος, δεν ήλθα για να καλέσω εκείνους που νομίζουν τους εαυτούς τους δίκαιους, αλλά ήλθα να καλέσω τους αμαρτωλούς, για να μετανοήσουν και να σωθούν. Στο Ματθαίο οφείλει η Εκκλησία μας το πρώτο κατά σειρά στην Καινή Διαθήκη Ευαγγέλιο, που γράφτηκε το 64 μ.Χ. Ο Ματθαίος κατά την παράδοση κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αιθιοπία, όπου και πέθανε μαρτυρικά...
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς Αρχιεπ. Θεσσαλονίκης.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν δεινός θεολόγος και διαπρεπέστατος ρήτορας και φιλόσοφος. Δεν γνωρίζουμε το χρόνο και τον τόπο της γέννησής του. (Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, στο αγιολόγιο του, αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1296 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, από τον Κωνσταντίνο τον Συγκλητικό και την ευσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε όμως, ότι κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα μ.Χ. ήταν στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης, απ' όπου και αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος χάρη ησυχότερης ζωής, και αφιερώθηκε στην ηθική του τελειοποίηση και σε διάφορες μελέτες. Το 1335 μ.Χ. με τους δύο αποδεικτικούς λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος», ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό, κι ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να ενωθεί μαζί Του. Κατά τα λεγόμενα του Βαρλαάμ, ο Θεός είναι «κλειστός στον εαυτό του» και δεν μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. Επομένως, οι «ησυχαστές», οι μοναχοί δηλαδή εκείνοι που έλεγαν ότι μπορεί ο άνθρωπος, αν έχει καθαρή καρδιά και αν συγκεντρωθεί στην «καρδιακή προσευχή» (το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με»), να ενωθεί με το Θεό και να φωτισθεί και να δει το Άκτιστο φως, ασχέτως της μόρφωσής του, δεν ήταν Ορθόδοξοι αλλά «μεσσαλιανιστές» και «ομφαλόψυχοι». Μετά από αυτές τις τοποθετήσεις του Βαρλαάμ, ο Παλαμάς εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη από όπου και άρχισε τον αγώνα «υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων», δηλ. αυτών που ασκούσαν τον ησυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα και τους ομώνυμους λόγους του. Το ζητούμενο της πάλης αυτής ήταν κυρίως το μεθεκτικόν ή αμέθεκτον της θείας ουσίας…
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)





